top of page

ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΑΣΗΘΙΩΤΑΚΗΣ

Title. Double click me.

                                                               Η ΜΑΥΡΗ ΓΡΑΜΜΗ

 

H σειρά αυτών των έργων είχε αφορμή, και αφετηρία, δυο πίνακες της ατομικής μου έκθεσης ‘’Πρόσωπα’’ στο Βυζαντινό και Χριστιανικο Μουσείο της Αθήνας  το 2012, οι οποίοι απεικόνιζαν αξιωματικούς και τοποθετήθηκαν ως φύλακες άγγελοι στην κεντρική αίθουσα.

 

Στην πορεία η εν σπέρματι αυτή θεματολογία άρχισε να αρθρώνεται σε πιο αφαιρετικές φόρμες, να αποκτά στοιχεία μεταφυσικά, και μαζί μια «θρησκευτικότητα», χάρις στην υπερβατική αίσθηση που απέπνεαν τα έργα με το φως τους, την έλλειψη χαρακτηριστικών των μορφών που απεικόνιζαν (φιγούρες φευγαλέες, ακίνητες, κυριαρχικές –υποταγμένες και ταυτόχρονα ανυπότακτες) και των τοπίων που τις πλαισίωναν... 

 

Πάνω στην ίδια λογική, ακολούθως, ζωγράφισα άνδρες και γυναίκες με χαρακτηριστικές ανατολίτικες ενδυμασίες.  Ανακάλυψα –όχι δίχως έκπληξη και ο ίδιος– μια υπόγεια σχέση ανάμεσα στην προηγούμενη ενότητα και σε αυτήν. Σχέση η οποία εστιάζεται στο καθήκον, στη θρησκεία, στο ‘’άνω σχώμεν’’, στο επέκεινα... Εδώ, ωστόσο, με ενδιέφεραν περισσότερο η πίστη ως πνευματικό και επαναστατικό ταυτόχρονα στοιχείο, η ενδοσκόπηση, η μοναχικότητα, η ενδόμυχη  επικοινωνία με το σύμπαν, με το άγνωστο. Ο Άνθρωπος  που, νιώθοντας αδιέξοδος, προδομένος, προσπαθεί να επικοινωνήσει με τον Θεό, ως μοναδική του, τελευταία, ελπίδα. Το γήινο πήρε τη μορφή υπέργειου, η ύλη σχεδόν εξαϋλώθηκε σε ένα δισταγμό μεταξύ φθαρτού και άφθαρτου, εφήμερου και αιώνιου.

 

Κυρίαρχοι σε όλη αυτή τη σιωπηλή, υπερβατική συστράτευση οι άγγελοι. Ασαφείς, απροσδιόριστοι, σαν σκιές μπρος σε αόριστα, μεταφυσικά τοπία, όπως αυτά στην «Παναγία των Βράχων» και στην «Τζοκόντα» του Leonardo Da Vinci. Οι άγγελοι: αυτοπροσωπογραφίες του καλλιτέχνη, που δεν κατέχει τίποτα άλλο παρεκτός την βεβαιότητα του χρέους και του δέους καθώς βαδίζει –πεπτωκώς μαζί και αναπεπταμένος– στη στενωπό για την αποστολή  του. Εντεταλμένος, κι αυτός, άνωθεν».

 

                                                                                                                             

                                                                                                                            Γιάννης Λασηθιωτάκης

                                                                                                                                             Αθήνα 2013

 

​​                                                                  ΕΠΙΓΕΙΑ ΠΟΡΤΡΕΤΑ



Αυτή η ζωγραφική προσέγγιση, θυμίζει το έργο κάποιων Γερμανών καλλιτεχνών, που δεν χρησιμοποίησαν πινέλο και χρώμα, αλλά τη διαδικασία της φωτογραφίας και όχι του Αμερικάνου Έντ Ρούσα ποθ η διαπραγμάτευση της εικόνας του είναι καθαρά εννοιακή. Ο Τόμας Ρούθ, ο Τόμας Ραφ, ο Αντρέας Γκούρσκι κ.α., θέλησαν αρχικά στις αρχές του 1980, να καταργήσουν το κοινωνικό και ιστορικό πλαίσιο στο έργο τους, φωτογραφίζοντας βιομηχανικά ερείπια, αναπάγοντας εν πολλοίς το κλίμα των έργων του Ντε Κίρικο. Οι σαφείς αναφορές τους στη Νέα Αντικειμενικότητα του μεσοπολέμου, θα γίνουν ακόμα περισσότερο έντονες όταν οι δύο πρώτοι, προς τα τέλη του 1980, θα στραφούν στο πορτρέτο. Ιδιαίτερα ο Ραφ καταφέρνει να αντικρούσει, στιριγμένος στην παράδοση [Νέα Αντικειμενικότητα] το επιχείρημα των εννοιολογικών καλλιτεχνών σχετικά με την αποδόμηση της έννοιας του πορτρέτου επειδή προβάλλονται ψευδείς περιγραφές τις ταυτότητας και της υποκειμενικής προσέγγισης του θέματος. Οι προτάσεις των Στρουθ και Ραφ, αλλά και του Γκούρσκι, στηρίζονται ακριβώς στη μεταμοντέρνα προσέγγιση του ζητήματος, ανανεώνοντας το ενδιαφέρον των εννοιολογικών προσεγγίσεων, υποδεικνύοντας τη ριζοσπαστικότητα των φωτο-εννοιολογικών πρακτικών. Ο Λασηθιωτάκης, κινείται σχεδόν κάτω από το ίδιο σκεπτικό, με τη διαφορά ότι δεν χρησιμοποιεί το μέσο της φωτογραφίας, αλλά τη φωτογραφική μέθοδο. Υποδυόμενος παράλληλα τον <<αντικειμενικό>> παρατηρητή στην ενότητα των Επίγειων Πορτρέτων αποτυπώνει τα θέματά του, διατηρώντας ωστόσο το δικαίωμα του εικαστικού σχολίου που το διατυπώνει μέσα από το παιχνίδι με το φως. Σε σχέση με την αντίληψη των Γερμανών καλλιτεχνών, ο Λασηθιωτάκης προσφεύγει και αυτός στο έγκυρο μοντέλο της Νέας Αντικειμενικότητας, αλλά μέσα από την ιστορική εκδοχή της ζωγραφικής. 



                                                                                                                              Χάρης Σαββόπουλος

                                                                                                                   ιστορικός και κριτικός τέχνης

                                                                                                           44α Δημήτρια Θεσσαλονίκη 2009

 



 

 

 

​​                                                         ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΗ ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ



Για όσους δεν γνωρίζουν το σύνολο της δουλειάς του Λασηθιωτάκη θεωρώ σκόπιμη μια περιορισμένη αναφορά: πρόκειται για έναν καλλιτέχνη που εμφανίστηκε στον παραγωγικό χώρο της ζωγραφικής στις αρχές της δεκαετίας του '80. Από εκέι και πέρα η δουλειά του ουσιατικά χωρίζεται σε δύο φάσεις: Η πρώτη, αυτής της δεκαετίας του '80 ήταν ανθρωποκεντρική, πολύχρωμη, με στοιχεία δανεισμένα από τον εξπρεσιονισμό και την ποπ-αρτ. Εξελισσόταν σχεδόν πάντα σε κλίμα ζωφερό, οι έννοιες έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στη σύνθεση καθώς ο καλλιτέχνης ήταν επηρεασμένος από την conceptual τέχνη. Θεωρείται, μάλιστα, από τους λίγους εκρποσώπους της τρασαβανγκουάρντια στην Ελλάδα, κάτι που σήμερα έχει γίνει αντιληπτό από τη γλυπτική. Στη δεκαετία του '90 όμως, η δουλειά του διαφοροποιείται. Εξαφανίζονται τα έντονα χρώματα, χρησιμοποιεί μόνο τις γαιώδεις αποχρώσεις, οι πίνακές του γεμίζουν έρημα νοσταλγικά τοπία, η ανθρώπινη παρουσία υπονοείται ή απουσιάζει. Ο καλλιτέχνης μοιάζει να αποστασιοποιείται από την ρεαλιστική πραγματικότητα, τον απασχολεί η μνήμη, το πάντρεμα του παρελθόντος με το παρόν, η δουλειά του αποκτά ονειρική διάσταση, εσωτερικότητα, απορρίπτει το περιττό και αναζητά το ουσιώδες. Η ζωγραφικότητα κερδίζει έδαφος.      

                                                                                                                                   Πέγκυ Κουνενάκη                                                                                                                                  κριτικός τέχνης 2001                                 

 

 

                                                            ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΕΣ ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ

<<...Ανεμολόγια και ανεμοδείκτες, μαγικές μηχανές που μετρούν το χώρο και το χρόνο. Πορείες μοναχικές με ξύλινα καράβια σε λίμες από μέταλλο. Μαγνητικές βελόνες σε δυναμική ισσοροπία, ακινητοποιημένες εφήμερα από δυνάμεις χθόνιες και συμπαντικές. 

Κύκλοι μαγικοί από ψάρια και πουλιά, σε μια ατέρμονη αναζήτηση του χρόνου που χάνεται, της ύλης που αναγεννάται.

Παιχνίδια του ανέμου από γήινα υλικά, πυξίδες του ονείρου και της φαντασίας, από ξύλο, κάρβουνο, μέταλλο και πηλό...>>



<<...Τώρα στο μυαλό μου κυριαρχεί η έμμονη ιδέα της δυδιμικής σχέσεις ανάμεσα στον κύκλομετρικό δίσκο, σύμβολο της συνέχειας και αλληλουχίας των πραγμάτων, της ατέρμονης ροής και στη βελόνα-δείκτη, μιας αιχμής που αιχμαλωτίζει το στιγμιαίο, το μοναδικό, το απόλυτο. 

Οι δείκτες, παιδικοί ανεμόμυλοι, ξύλινα καραβάκια, ουτοπικά φυτά, μοιάζουν να κινούνται ή ακινητούν σε θέσεις εύθραυστης ισσοροπίας. Βελόνες πυξίδας, δείκτες ρολογιού. Κίνηση στον ίδιο συνδετικό κρίκο, σε μια αδιάκοπη περιστροφή μέσα στον κόσμο του τετραγώνου. Πλαίσια δεδομένα, όρια ανελαστικά. Η πραγματικότητα του τελάρου και η φθαρότητα της ανθρώπινης ύπαρξης.

Είναι το τώρα που αιχμαλωτίζεται. Όλα τα άλλα είναι ή λιγο πριν ή λιγο μετά. Οι δίσκοι κύκλοι φωτός από μέταλλο, ίχνη στο πηλό σαν να γράφεις με το δάχτυλο στην υγρή γη. Μετρικές απόπειρες, πορείες αβέβαιες, υποκειμενικές. Ο άνθρωπος που προσπαθεί να συλλάβει τον άπειρο χώρο, τον άμετρο χρόνο, αυτοσχεδιάζοντας τη ζωή του.

Στην προηγούμενη δουλεία μου, η φθορά της ύλης είναι ο χρόνος. Τώρα οι μηχανές μετρούν το χώρο και το χρόνο, κυνηγώντας το μίτο του μύθου, την αρχή και το τέλος του...>>



                                                                                                                            Γιάννης Λασηθιωτάκης

                                                                                                                                            Αθήνα 1992 

 

 

                                                             ΤΕΛΩΝΙΑ ΣΕ ΑΠΟΔΡΑΣΗ

 

Οι χειρονομιακές προβολές στον χώρο, που εντοπίστηκαν στην προηγούμενη δουλειά του 

Γ. Λασηθιωτάκη, τώρα έχουν ενσωματωθεί μέσα στις δύο διαστάσεις. Η επιθετικότητα και βιαιότητα της κίνησης, έχει γίνει δραστικότητα πιο εσωτερικευμένη και περισσότερο υποβλητική. Τα νεοεξπρεσιονιστικά της παλαιότερης αλλοτριωμένης φιγούρας, έρχονται τώρα, σαν εκτοπλασματικές χρωματιστές σκιές, να ρίξουν ενα καθηλωτικό, απόκοσμο φως, ενεργοποιώντας το νέο αυτό στερέωμα, το γεμάτο απο γαλαξίες δράσεων, αμφισβητήσεων, επανατοποθετήσεων κι αναθεωρήσεων της λειτουργίας της ίδιας πια της γραφής. Τα σύμβολα, στην προκειμένη περίπτωση, υπονομεύονται με μόνη την εμφάνισή τους σ'αυτές τις οθόνες, την ίδια τη στιγμή που η έννοια της ζωγραφικότητας καταθέτει τα υλικα και τον χειρισμό της, απολογούμενη για τα μέσα και τις αξίες της. Η έννοια της γλώσσας, ταυτισμένη με την εικαστική αντίληψη και πράξη, ανασυντάσσει τα στοιχεία της, θέλοντας να περιλάβει τις νέες προσλαμβάνουσες, εκείνες που αναγκαστικά υπαγορεύουν και τον νέο τρόπο προσέγγισης και αποτίμησης των συνθέσεων αυτών.



                                                                                                                                            Αθηνά Σχινά

 

bottom of page